9 Αυγούστου 1956. Ο γαλανός ουρανός της μεγαλονήσου μας Kύπρου, μαύρισε για άλλη μια φορά, θρηνώντας τρία παλικάρια που δεν τα φόβιζε ο θάνατος γιατί θεωρούσαν τη ζωή περιττή μέσα στη σκλαβιά. Τρεις νέοι Έλληνες και μπροστά τους μόνο η αγχόνη και το φως της λευτεριάς που δεν μπορούσαν να του αντισταθούν. Ανδρέας Ζάκος, Ιάκωβος Πατάτσος, Χαρίλαος Μιχαήλ.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΖΑΚΟΣ
Ο Ανδρέας Ζάκος είδε το φως της σύντομης γι’ αυτόν ζωής πάνω στη γη το 1932 (12 Νοεμβρίου) στο χωριό Λινού. Ωστόσο μεγάλωσε στο χωριό Λεύκα. Φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο στη Λευκωσία και αποφοίτησε τελικά από την Ελληνική Σχολή Σολέας. Γονείς του οι Χαρίλαος και Αφροδίτη Ζάκου και αδέλφια οι Γεώργιος, Αδόλφος, Αστέρω και Ευρούλα. Εργαζόταν σχεδιαστής στην Κυπριακή Μεταλλευτική Εταιρεία στο Ξερό, όταν άρχισε η ΕΟΚΑ την επαναστατική της δράση για Ελευθερία της Κύπρου και Ένωσή της με την Ελλάδα. Ήταν αγνός και ενθουσιώδης ιδεολόγος. Φιλοσοφούσε τη ζωή, λέγοντας ότι, αν είναι να προσφέρει ο άνθρωπος τη ζωή του για τα πιστεύω του, αξίζει να το κάνει ενόσω είναι νέος.
Αγαπητέ αδερφέ, όταν θα πάρεις το γράμμα μου αυτό, θα έχω φύγει για πάντα. (Υπάρχει κανείς που θα μείνει;) Η ώρα του θανάτου πλησιάζει. Μα στην ψυχή μας φωλιάζει η ηρεμία. Τη στιγμή αυτή ακούμε την Ηρωική Συμφωνία του Μπετόβεν. Στη θέση που βρισκόμαστε τώρα, ούτε με το μικροσκόπιο δεν μπορούμε ν’ ανακαλύψουμε πού υπάρχει τραγωδία στο θάνατο. Τότε μόνο θα αισθανόμουν λύπη, αν ήξερα ότι θα μπορούσα να μείνω πάντα νέος και αθάνατος, αν απέφυγα την εκτέλεση. Νομίζω πως με την εκτέλεση θα μείνω πάντα νέος κι αθάνατος. Πρώτα ή ύστερα θα έπρεπε να διαθέσω τη ζωή μου. Δεν βλέπω πιο κατάλληλη στιγμή από την τωρινή για να το κάμω. Δίνε θάρρος στην οικογένεια. Προσπάθησε να παρηγορήσεις τη μητέρα μας. Ο πρώτος της γιος από τώρα και στο εξής θα είσαι εσύ και όχι εγώ.
Σε φιλώ,Ο αδερφός σου Ανδρέας Τα πιο πάνω έγραφε στο τελευταίο του γράμμα προς τον αδελφό του ο 25χρονος Αγωνιστής Ανδρέας Ζάκος λίγο προτού οδηγηθεί στην αγχόνη και περάσει στο πάνθεο των αθάνατων αγωνιστών της κυπριακής Ελευθερίας.
Ξεχώριζε για το ήθος, την ευγένεια και την προσήλωσή του στα ελληνικά ιδεώδη. Σε νεαρή ηλικία πρωτοστάτησε στην ίδρυση και λειτουργία ελληνικών σωματείων στην περιοχή της Σολιάς. Ο Ζάκος ήταν μια ευγενική ψυχή. Του άρεσε η μουσική, οι ξένες γλώσσες, η μελέτη της Ιστορίας της πατρίδας του. Πού να το φανταζόταν πως και ο ίδιος θα γινόταν κάποια στιγμή μέρος αυτής της Ελληνικής Ιστορίας; Ο μεγαλύτερός του αδελφός Γεώργιος υπήρξε ένας από τους πυρήνες της ΠΕΟΝ, μια από τις προεπαναστατικές ενέργειες της οποίας ήταν και η δολιοφθορά στα ηλεκτροφόρα καλώδια της Αρχής Ηλεκτρισμού, με αποτέλεσμα τη συσκότιση της Λευκωσίας και τη διάλυση των εορταστικών εκδηλώσεων για τη στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ στο Κυβερνείο το Μάιο 1953. Ο Γιώργος προσπαθούσε να κρατήσει μακριά από τα μυστικά της Οργάνωσης το φλογερό αδελφό του Ανδρέα, ο οποίος όμως εντάχθηκε στηνΕΟΚΑ με το ξεκίνημα του αγώνα και όργωσε την περιοχή Λεύκας-Πύργου, ετοίμασε κρησφύγετα και στρατολόγησε άνδρες ως μέλη της ΕΟΚΑ. Για να μπορεί απερίσπαστα να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον αγώνα, ο Ανδρέας κατέφυγε σε ανταρτική ομάδα στην περιοχή της Γαληνής, όπου επιδόθηκε σε αναγνωρίσεις στόχων για μελλοντικές επιθέσεις και δολιοφθορές, σύμφωνα με οδηγίες του Αρχηγού Διγενή. Με την ομάδα του Μάρκου Δράκου στις 15 Δεκεμβρίου 1955 έστησαν ενέδρα στο Μερσινάκι, κοντά στους αρχαίου Σόλους σε ένα αγγλικό τζιπ. Κατά τη σύγκρουση που ακολούθησε σκοτώθηκε ένας άγγλος και ο πρώτος νεκρός της ΕΟΚΑ σε μάχη ο Χαράλαμπος Μούσκος. Ο Μάρκος Δράκος κατάφερε να διαφύγει τραυματισμένος, ενώ οι Ανδρέας Ζακος και Χαρίλαος Μιχαήλ καθηλώθηκαν από τον Άγγλο ταγματάρχη Κουμπ και τελικά συνελήφθησαν. Ο Ανδρέας Ζάκος ήταν τραυματισμένος ενώ ο Μιχαήλ όχι αλλά αρνήθηκε να φύγει και να αφήσει τον φίλο του τραυματισμένο. Ανάμεσα στον Κουμπ και τον Ζάκο μεσολάβησε μια στιχομυθία. Όταν ο ταγματάρχης ρώτησε τον Ζάκο γιατί τους πυροβόλησαν αυτός απάντησε: «Είμαι Έλληνας και αγωνίζομαι για την ελευθερία της πατρίδας μου». Ανάμεσα σε άλλα λίγο πριν τον απαγχονισμό γράφει στον πατέρα του στις 7 Αυγούστου: Όπως σας είπα αφού είμαστε χριστιανοί, πιστεύουμε στην Ουράνια βασιλεία και δεν πρέπει να μας φοβίζει ο θάνατος. Εξάλλου εμείς έχουμε το πλεονέκτημα να ξέρουμε την ώρα του θανάτου μας και έτσι να προπαρασκευαστούμε. Κατά τη διάρκεια της δίκης και της παραμονής του στο κελί των μελλοθανάτων ο Ανδρέας Ζάκος επέδειξε σπάνια ψυχικά χαρίσματα. Την καταδίκη του σε θάνατο από τον Άγγλο δικαστή Σω, άκουσε με απόλυτη ψυχραιμία. Ο ίδιος έδινε θάρρος στους γονείς και συγγενείς του μέχρι την τελευταία στιγμή. Η τελευταία του επιθυμία ήταν να ακούσει την ηρωική Συμφωνία του Μπετόβεν. Ο Ανδρέας Παναγίδης έγραψε ότι ο Ζάκος και οι άλλοι πέθανα με υπερηφάνεια. Τραγουδούσαν μισή ώρα πριν εκτελεστούν και την ώρα της εκτέλεσης φώναζαν υπέρ της ελευθερίας και της Ενώσεως. Ο Ζάκος είδε με θάρρος το θάνατο στα μάτια. Δε λιγοψύχησε ούτε μια στιγμή. Δε ζήτησε να τον λυπηθούν. Αντίθετα, απαίτησε να γίνει όσο το δυνατό πιο γρήγορα η εκτέλεσή του. Είπε μάλιστα στους φρουρούς του «εκείνος που θα κάνει τη δουλειά (δηλαδή ο δήμιος), να την κάνει όσο γίνεται γρηγορότερα». Ως τελευταία επιθυμία, σύμφωνα με μαρτυρία Άγγλου φρουρού, ζήτησε να διαβιβαστεί στον Αρχηγό της ΕΟΚΑ Διγενή το μήνυμα να συνεχίσουν τον Αγώνα μέχρι την απόκτηση της ελευθερίας. Κι όταν οι Άγγλοι του είπαν πως τέτοιο μήνυμα δεν είναι δυνατό να διαβιβασθεί αυτός χαμογέλασε και είπε με σιγουριά ότι «κάποιος θα βρεθεί να το διαβιβάσει». Λίγο πριν τον απαγχονισμό του Ζάκου και του Μιχαήλ (αλλά και του Ιάκωβου Πατάτσου που οδηγήθηκε στην αγχόνη την ίδια μέρα) μέλη της ΕΟΚΑ απήγαγαν ένα Βρετανό ηλικιωμένο πολίτη, για να ζητήσουν ανταλλαγή του με τους αγωνιστές που επρόκειτο να εκτελεστούν. Τότε ο Ζάκος, σε ένα δείγμα σπάνιας μεγαλοψυχίας για μελλοθάνατο, απηύθυνε από τις Φυλακές μήνυμα στους συναγωνιστές του καλώντας τους να αφήσουν αμέσως ελεύθερο το Βρετανό χωρίς όρους. Αυτός ήταν ο Ανδρέας Ζάκος. Ο Αγωνιστής, ο Πατριώτης, ο Άνθρωπος!