Ο Νίκος Ξυλούρης ή Ψαρονίκος, γεννήθηκε το 1936 στην Κρήτη, στα Ανώγεια, από οικογένεια με μουσική παράδοση.
Αδέλφια του είναι οι επίσης γνωστοί μουσικοί της κρητικής μουσικής ο Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης) και ο Γιάννης Ξυλούρης (Ψαρογιάννης), ενώ ανηψιός του είναι ο Γιώργης Ξυλούρης (Ψαρογιώργης).
- Η συνάντηση με τη λύρα
Σε νεαρή ακόμα ηλικία με τη βοήθεια του δασκάλου του κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του λύρα και πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει σε γάμους και πανηγύρια, ενώ στα 17 του μετακομίζει στο Ηράκλειο και πιάνει δουλειά στο νυχτερινό κέντρο «Κάστρο».
Δύσκολοι καιροί και καθώς τα οικονομικά δεν έφταναν να τον συντηρήσουν επιστρέφει στο χωριό, μέχρι το γάμο του με την Ουρανία Μελαμπιανάκη το 1958, όπου και μετακομίζουν στο Ηράκλειο.
Με το πέρασμα του χρόνου οι Κρητικοί άρχισαν να τον στηρίζουν και να οργανώνουν γλέντια για να τον ακούν να παίζει και καθώς γίνεται γνωστός ηχογραφεί και τον πρώτο του δίσκο με τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά». Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Νίκος ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών. Το 1960 γεννήθηκε ο γιος του Γιώργος και το 1966 η κόρη του Ρηνιώ. Την χρονιά της γέννησης τη κόρης του κέρδισε και το πρώτο βραβείο σε ένα φεστιβάλ μουσικής στο Σαν-Ρέμο παίζοντας με τη λύρα του ένα συρτάκι. Την επόμενη χρονιά άνοιξε στο Ηράκλειο το μουσικό κέντρο «Ερωτόκριτος», γεγονός που του επιτρέπει να μην ανησυχεί πλέον για την επιβίωση του.
- Στην Αθήνα
Μετά την επιτυχημένη ηχογράφηση του δίσκου «Ανυφαντού» το 1969, εμφανίζεται σε αθηναϊκό μουσικό κέντρο και ο κόσμος τον στηρίζει ακόμη πιο πολύ.
Στην Αθήνα γνωρίζει τον ποιητή και σκηνοθέτη Ερρίκο Θαλασσινό ο οποίος τον σύστησε στο Γιάννη Μαρκόπουλο ξεκινώντας έτσι μια λαμπρή συνεργασία με το δίσκο «Χρονικό» και τα «Ριζίτικα».
Παράλληλα γνωρίστηκε με τον διευθυντή της δισκογραφικής εταιρίας COLUMBIA και έγιναν κουμπάροι.
- Οι φήμες για την ανακάλυψη του Ξυλούρη διίστανται και λένε…
Ότι η ανάδειξη του Ξυλούρη οφείλεται στο τραγούδι του «Ανυφαντού» και το πρόσωπο που τον ανακάλυψε και τον ανέδειξε ήταν ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας «Κολούμπια» Τάκης Λαμπρόπουλος, ο οποίος τον ηχογράφησε σε ένα γαμήλιο γλέντι στα Ανώγεια και έστειλε την κασέτα στον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο προκειμένου να ακούσει τη φωνή του Ανωγειανού Λυράρη.
Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι ο Λαμπρόπουλος πήγε στην Κρήτη όπου ανακάλυψε μια σπουδαία και σημαντική φωνή. Έτσι έμαθε ο Γιάννης Μαρκόπουλος για το Νίκο Ξυλούρη και του πρότεινε τα τραγούδια του «Χρονικού».
- Στα πέτρινα χρόνια
Το 1971 ξεκίνησε κοινές εμφανίσεις με το Γιάννη Μαρκόπουλο στη μπουάτ «Λήδρα» και η φωνή του έγινε σύμβολο της αντίστασης. Συνεργάστηκε στενά, εκείνα τα χρόνια, με τον Θρακιώτη τραγουδοποιό Θανάση Γκαϊφύλλια στις μπουάτ της Πλάκας και σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.
Το καλοκαίρι του 1973 τραγούδησε στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Το μεγάλο μας τσίρκο» με πρωταγωνιστές τον Κώστα Καζάκο και τη Τζένη Καρέζη στο θέατρο «Αθήναιον», σημειώνοντας τεράστια επιτυχία τραγουδώντας κάποια από τα ωραιότερα τραγούδια της καριέρας του.
- Το τέλος ήρθε γρήγορα
Ο σπουδαίος αυτός ερμηνευτής στην ακμή της καριέρας του αντιλήφθηκε ότι έχει καρκίνο και μετά από μεγάλο αγώνα, πολλαπλές εγχειρήσεις και αρκετή ταλαιπωρία έχασε τη μάχη στις 8 Φεβρουαρίου 1980 σε ηλικία μόλις 43 χρονών.
Με τη φωνή και το ήθος του σημάδεψε τα χρόνια της χούντας, την αντίσταση, αλλά και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης.